Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
εισοπίσω — εἰσοπίσω (Α) επίρρ. κατόπιν, στο μέλλον … Dictionary of Greek
εἰσοπίσω — in time to come indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)